↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πρόμειγμα τα προμείγματα
      γενική του προμείγματος των προμειγμάτων
    αιτιατική το πρόμειγμα τα προμείγματα
     κλητική πρόμειγμα προμείγματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πρόμειγμα < προ- + μείγμα (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική premix[1])

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πρόμειγμα ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. πρόμιγμαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)