• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

πρωτοβλάστη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πρωτοβλάστη οι πρωτοβλάστες
      γενική της πρωτοβλάστης των πρωτοβλαστών
    αιτιατική την πρωτοβλάστη τις πρωτοβλάστες
     κλητική πρωτοβλάστη πρωτοβλάστες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
πρωτοβλάστη < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική protoblast < αρχαία ελληνική πρώτος + βλάστη / βλαστός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

πρωτοβλάστη θηλυκό

  1. (βιολογία, παρωχημένο) τμήμα ενός κυττάρου
  2. (βοτανική) νεαρό φυτό

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    πρωτοβλάστη
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πρωτοβλάστη&oldid=6730800"
Τελευταία επεξεργασία στις 6 Ιουνίου 2024, στις 05:03

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 6 Ιουνίου 2024, στις 05:03.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας