↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πολυολεφίνη οι πολυολεφίνες
      γενική της πολυολεφίνης των πολυολεφινών
    αιτιατική την πολυολεφίνη τις πολυολεφίνες
     κλητική πολυολεφίνη πολυολεφίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πολυολεφίνη < πολύ + ολεφίνη

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πολυολεφίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία