Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ποδηλασία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
ποδηλασία στις Βρυξέλλες
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ποδηλασί
α
οι
ποδηλασί
ες
γενική
της
ποδηλασί
ας
των
ποδηλασι
ών
αιτιατική
την
ποδηλασί
α
τις
ποδηλασί
ες
κλητική
ποδηλασί
α
ποδηλασί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ποδηλασία
<
ποδήλατο
+
-σία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
po.ði.laˈsi.a
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ποδηλασία
θηλυκό
η
μετακίνηση
με
ποδήλατο
(
αθλητισμός
)
αγώνισμα
ταχύτητας
με
ποδήλατα
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
ποδήλατο
και
ελαύνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ποδηλασία
αγγλικά
:
cycling
(en)
(1,2)
γαλλικά
:
cyclisme
(fr)
πορτογαλικά
:
ciclismo
(pt)