παραλίμνιος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
παραλίμνιος, -α, -ο
- που βρίσκεται δίπλα σε λίμνη
- παραλίμνιος οικισμός
- παραλίμνια έκταση
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραλίμνιος
|
παραλίμνιος, -α, -ο
|