Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παραλής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
παράλλης
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
παραλ
ής
οι
παραλ
ήδες
γενική
του
παραλ
ή
των
παραλ
ήδων
αιτιατική
τον
παραλ
ή
τους
παραλ
ήδες
κλητική
παραλ
ή
παραλ
ήδες
Κατηγορία
όπως «
μπαλωματής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
παραλής
< (
άμεσο δάνειο
)
τουρκική
paralı
Ουσιαστικό
επεξεργασία
παραλής
αρσενικό
ο πολύ
πλούσιος
, ο
πάμπλουτος
, ο
ζάπλουτος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παραλής
γαλλικά
:
friqué
(fr)