↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παραζάλη οι παραζάλες
      γενική της παραζάλης
    αιτιατική την παραζάλη τις παραζάλες
     κλητική παραζάλη παραζάλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «ζέστη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παραζάλη < παρα- + ζάλη

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

παραζάλη θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία