confusion
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
confusion (en)
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
confusion | confusions |
confusion (fr) θηλυκό
confusion (en)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
confusion | confusions |
confusion (fr) θηλυκό