Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πανσεβάσμιος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πανσεβάσμι
ος
η
πανσεβάσμι
α
το
πανσεβάσμι
ο
γενική
του
πανσεβάσμι
ου
της
πανσεβάσμι
ας
του
πανσεβάσμι
ου
αιτιατική
τον
πανσεβάσμι
ο
την
πανσεβάσμι
α
το
πανσεβάσμι
ο
κλητική
πανσεβάσμι
ε
πανσεβάσμι
α
πανσεβάσμι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πανσεβάσμι
οι
οι
πανσεβάσμι
ες
τα
πανσεβάσμι
α
γενική
των
πανσεβάσμι
ων
των
πανσεβάσμι
ων
των
πανσεβάσμι
ων
αιτιατική
τους
πανσεβάσμι
ους
τις
πανσεβάσμι
ες
τα
πανσεβάσμι
α
κλητική
πανσεβάσμι
οι
πανσεβάσμι
ες
πανσεβάσμι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
πανσεβάσμιος
<
παν
+
σεβάσμιος
Επίθετο
επεξεργασία
πανσεβάσμιος
πολύ
σεβάσμιος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πανσεβάσμιος