Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πανελλαδικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πανελλαδικ
ός
η
πανελλαδικ
ή
το
πανελλαδικ
ό
γενική
του
πανελλαδικ
ού
της
πανελλαδικ
ής
του
πανελλαδικ
ού
αιτιατική
τον
πανελλαδικ
ό
την
πανελλαδικ
ή
το
πανελλαδικ
ό
κλητική
πανελλαδικ
έ
πανελλαδικ
ή
πανελλαδικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πανελλαδικ
οί
οι
πανελλαδικ
ές
τα
πανελλαδικ
ά
γενική
των
πανελλαδικ
ών
των
πανελλαδικ
ών
των
πανελλαδικ
ών
αιτιατική
τους
πανελλαδικ
ούς
τις
πανελλαδικ
ές
τα
πανελλαδικ
ά
κλητική
πανελλαδικ
οί
πανελλαδικ
ές
πανελλαδικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
πανελλαδικός
<
παν-
+
ελλαδικός
Επίθετο
επεξεργασία
πανελλαδικός, -ή, -ό
που αναφέρεται σε ολόκληρη την
Ελλάδα
Συγγενικά
επεξεργασία
πανελλήνιος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πανελλαδικός