παλαιοϊχνολογία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παλαιοϊχνολογία < παλαιο- + ιχνολογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
παλαιοϊχνολογία θηλυκό
- κλάδος της παλαιοντολογίας που μελετά τα απολιθωμένα ίχνη που άφησαν ζωντανοί οργανισμοί
Μεταφράσεις επεξεργασία
παλαιοϊχνολογία