παγετωνολόγος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παγετωνολόγος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
παγετωνολόγος αρσενικό ή θηλυκό
- (επάγγελμα, γεωλογία) γεωλόγος με ειδίκευση στην παγετωνολογία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη παγετώνας
Μεταφράσεις επεξεργασία
παγετωνολόγος