παγετώνας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παγετώνας < παγετός + -ώνας, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική glacière
Ουσιαστικό επεξεργασία
παγετώνας αρσενικό
Συγγενικά επεξεργασία
- παγετωνικός
- → δείτε τις λέξεις παγετός και πάγος
Εκφράσεις επεξεργασία
- εποχή των παγετώνων: γεωλογική περίοδος κατά τις οποίες υπήρχε έντονο ψύχος και επέκταση των πολικών πάγων
Δείτε επίσης επεξεργασία
- παγετώνας στη Βικιπαίδεια