Δείτε επίσης: ὀχεία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η οχεία οι οχείες
      γενική της οχείας των οχειών
    αιτιατική την οχεία τις οχείες
     κλητική οχεία οχείες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
οχεία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ὀχεία < ὀχεύω

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /oˈçi.a/
παρώνυμο: οξεία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

οχεία θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία