Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ουρουγουανικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ουρουγουανικ
ός
η
ουρουγουανικ
ή
το
ουρουγουανικ
ό
γενική
του
ουρουγουανικ
ού
της
ουρουγουανικ
ής
του
ουρουγουανικ
ού
αιτιατική
τον
ουρουγουανικ
ό
την
ουρουγουανικ
ή
το
ουρουγουανικ
ό
κλητική
ουρουγουανικ
έ
ουρουγουανικ
ή
ουρουγουανικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ουρουγουανικ
οί
οι
ουρουγουανικ
ές
τα
ουρουγουανικ
ά
γενική
των
ουρουγουανικ
ών
των
ουρουγουανικ
ών
των
ουρουγουανικ
ών
αιτιατική
τους
ουρουγουανικ
ούς
τις
ουρουγουανικ
ές
τα
ουρουγουανικ
ά
κλητική
ουρουγουανικ
οί
ουρουγουανικ
ές
ουρουγουανικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ουρουγουανικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
ουρουγουανικός, -ή, -ό
σχετικός ή καταγόμενος από την
Ουρουγουάη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ουρουγουανικός
γαλλικά
:
uruguayen
(fr)