Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ουζομεζεδοπωλείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ουζομεζεδοπωλεί
ο
τα
ουζομεζεδοπωλεί
α
γενική
του
ουζομεζεδοπωλεί
ου
των
ουζομεζεδοπωλεί
ων
αιτιατική
το
ουζομεζεδοπωλεί
ο
τα
ουζομεζεδοπωλεί
α
κλητική
ουζομεζεδοπωλεί
ο
ουζομεζεδοπωλεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ουζομεζεδοπωλείο
<
ούζο
+
μεζέδ(ων)
+
-πωλείο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ουζομεζεδοπωλείο
ουδέτερο
κατάστημα
όπου μπορεί κάποιος να φάει
ορεκτικά
πίνοντας
ούζο
Συνώνυμα
επεξεργασία
ταβέρνα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ουζομεζεδοπωλείο