Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ορθοπτικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ορθοπτικ
ός
η
ορθοπτικ
ή
το
ορθοπτικ
ό
γενική
του
ορθοπτικ
ού
της
ορθοπτικ
ής
του
ορθοπτικ
ού
αιτιατική
τον
ορθοπτικ
ό
την
ορθοπτικ
ή
το
ορθοπτικ
ό
κλητική
ορθοπτικ
έ
ορθοπτικ
ή
ορθοπτικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ορθοπτικ
οί
οι
ορθοπτικ
ές
τα
ορθοπτικ
ά
γενική
των
ορθοπτικ
ών
των
ορθοπτικ
ών
των
ορθοπτικ
ών
αιτιατική
τους
ορθοπτικ
ούς
τις
ορθοπτικ
ές
τα
ορθοπτικ
ά
κλητική
ορθοπτικ
οί
ορθοπτικ
ές
ορθοπτικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ορθοπτικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
ορθοπτικός
που συντελεί στη διόρθωση
παθήσεων
του
ματιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ορθοπτικός