• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

οπισθόδομος

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : ὀπισθόδομος, ὀπισθοδρόμος

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο οπισθόδομος οι οπισθόδομοι
      γενική του οπισθοδόμου
& οπισθόδομου
των οπισθοδόμων
& οπισθόδομων
    αιτιατική τον οπισθόδομο τους οπισθοδόμους
& οπισθόδομους
     κλητική οπισθόδομε οπισθόδομοι
όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

οπισθόδομος < αρχαία ελληνική ὀπισθόδομος

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

οπισθόδομος αρσενικό

  • (αρχαιολογία) (αρχιτεκτονική) το πίσω δωμάτιο / χώρος ενός αρχαιοελληνικού ναού (ή κάποιου άλλου κτίσματος)

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • πρόδομος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    οπισθόδομος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=οπισθόδομος&oldid=3968782"
Τελευταία επεξεργασία στις 19 Δεκεμβρίου 2017, στις 09:16

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 19 Δεκεμβρίου 2017, στις 09:16.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie