• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ντιλετάντης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ντιλετάντης οι ντιλετάντηδες
      γενική του ντιλετάντη των ντιλετάντηδων
    αιτιατική τον ντιλετάντη τους ντιλετάντηδες
     κλητική ντιλετάντη ντιλετάντηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ντιλετάντης < (άμεσο δάνειο) ιταλική dilettante ( < dilettare, "απολαμβάνω") < λατινική delectare

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ντιλετάντης αρσενικό

  • που ασχολείται με την τέχνη από προσωπικό ενδιαφέρον, ο ερασιτέχνης

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ντιλεταντισμός

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ντιλετάντης
  • αγγλικά : dilettante (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ντιλετάντης&oldid=7109445"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 14:13

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 14:13.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας