• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ντενεκές

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
    • 1.4 Υποκοριστικά
    • 1.5 Συγγενικά
    • 1.6 Αναφορές

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ντενεκές οι ντενεκέδες
      γενική του ντενεκέ των ντενεκέδων
    αιτιατική τον ντενεκέ τους ντενεκέδες
     κλητική ντενεκέ ντενεκέδες
Κατηγορία όπως «καφές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ντενεκές < (άμεσο δάνειο) τουρκική teneke με ηχηροποίηση [t] > [d] από την έναρθρη αιτιατική (τον τενεκέ: ton te> tonde > ton de][1]

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /de.neˈces/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ντενεκές αρσενικό

  • άλλη μορφή του τενεκές

Υποκοριστικά

επεξεργασία
  • ντενεκεδάκι και ντενεκάκι

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ντενεκεδένιος
  • ντενεκετζής

Αναφορές

επεξεργασία
  1. ↑ ντενεκές - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ντενεκές&oldid=5388869"
Τελευταία επεξεργασία στις 26 Δεκεμβρίου 2021, στις 06:02

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 26 Δεκεμβρίου 2021, στις 06:02.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας