νιφτομάντιλο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ni.ftoˈman.di.lo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νι‐φτο‐μά‐ντι‐λο
Ουσιαστικό επεξεργασία
νιφτομάντιλο ουδέτερο
- (ιδιωματικό) το προσόψι
Μεταφράσεις επεξεργασία
νιφτομάντιλο
→ δείτε τη λέξη προσόψι |
Πηγές επεξεργασία
- Ξυδόπουλος, Γεώργιος (2017). Στοιχεία νεοελληνικών διαλέκτων. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 15.