↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η νευροχειρούργος οι νευροχειρούργοι
      γενική του/της νευροχειρούργου των νευροχειρούργων
    αιτιατική τον/τη νευροχειρούργο τους/τις νευροχειρούργους
     κλητική νευροχειρούργε νευροχειρούργοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
νευροχειρούργος < νευρο- + χειρούργος

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ne.vɾo.çiˈɾuɾ.ɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: νευ‐ρο‐χει‐ρούρ‐γος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

νευροχειρούργος αρσενικό ή θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία