↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νανόχεντρα οι νανόχεντρες
      γενική της νανόχεντρας των νανόχεντρων
    αιτιατική τη νανόχεντρα τις νανόχεντρες
     κλητική νανόχεντρα νανόχεντρες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
νανόχεντρα < νανο- + όχεντρα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

νανόχεντρα θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία