• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

νίψιμο

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το νίψιμο τα νιψίματα
      γενική του νιψίματος των νιψιμάτων
    αιτιατική το νίψιμο τα νιψίματα
     κλητική νίψιμο νιψίματα
όπως «δέσιμο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

νίψιμο < μεσαιωνική ελληνική νίψιμον

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

νίψιμο ουδέτερο

  • το πλύσιμο του προσώπου

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • απονίψιμο
  • → δείτε τη λέξη νίπτω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    νίψιμο
  • γαλλικά : ablution (fr)
  • εσπεράντο : ablucio (eo)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=νίψιμο&oldid=3665596"
Τελευταία επεξεργασία στις 20 Οκτωβρίου 2016, στις 13:47

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 20 Οκτωβρίου 2016, στις 13:47.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie