Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μυσταγωγικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μυσταγωγικ
ός
η
μυσταγωγικ
ή
το
μυσταγωγικ
ό
γενική
του
μυσταγωγικ
ού
της
μυσταγωγικ
ής
του
μυσταγωγικ
ού
αιτιατική
τον
μυσταγωγικ
ό
τη
μυσταγωγικ
ή
το
μυσταγωγικ
ό
κλητική
μυσταγωγικ
έ
μυσταγωγικ
ή
μυσταγωγικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μυσταγωγικ
οί
οι
μυσταγωγικ
ές
τα
μυσταγωγικ
ά
γενική
των
μυσταγωγικ
ών
των
μυσταγωγικ
ών
των
μυσταγωγικ
ών
αιτιατική
τους
μυσταγωγικ
ούς
τις
μυσταγωγικ
ές
τα
μυσταγωγικ
ά
κλητική
μυσταγωγικ
οί
μυσταγωγικ
ές
μυσταγωγικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μυσταγωγικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
μυσταγωγικός, -ή, -ό
χαρακτηριστικός της
μυσταγωγίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μυσταγωγικός