↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μυλολίθαρο τα μυλολίθαρα
      γενική του μυλολίθαρου των μυλολίθαρων
    αιτιατική το μυλολίθαρο τα μυλολίθαρα
     κλητική μυλολίθαρο μυλολίθαρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μυλολίθαρο < μύλ(ος) + -ο- + λιθάρ(ι) + -ο

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mi.loˈli.θa.ɾo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μυ‐λο‐λί‐θα‐ρο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μυλολίθαρο ουδέτερο

  • (λογοτεχνικό) η μυλόπετρα
    ※  Bοή του πελάου πλημμυρίζει / τις φλέβες μου· / απάνω μου τρίζει / σα μυλολίθαρο ο ήλιος·
    Άγγελος Σικελιανός, Γυρισμός, 1907
    ※  Ντυμένος ἀφεντάδων τὴ φωνὴ / μὲ παραστατικὲς τρομώδεις συμβουλὲς / γιὰ πλῆθος ἰστιζάληδων σκληρῶν / ποὺ ὡς ἀστροπελέκια θέλουν καταδυναστεύσει / παντοιοτρόπως καὶ θέλουν σᾶς ζημιώννει, / τὸ πλήρωμά του ἐφύλαττε ἀπὸ τὸ μυλολίθαρο.
    Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Ο Κύπρου Κυπριανός, 1990. (μέσω του kypros1821.gov.cy)
    ※  Τα μυλολίθαρα ή μυλόπετρες κατασκευάζονται από γρανίτη, χαλαζία, αλλά και από άλλες σκληρές πέτρες και έχουν διάμετρο 1,30- 1,50 μ. και πάχος 20-30 εκ.
    Πλάτανος:Τοπόσημα, Αρχιτεκτονική ανάλυση παραδοσιακών κτηρίων και συνόλων, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σχολή Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών

  Μεταφράσεις

επεξεργασία