μπλάστρι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπλάστρι | τα | μπλάστρια |
γενική | του | μπλαστριού | των | μπλαστριών |
αιτιατική | το | μπλάστρι | τα | μπλάστρια |
κλητική | μπλάστρι | μπλάστρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- μπλάστρι < μεσαιωνική ελληνική μπλάστρι[1] < ελληνιστική κοινή ἐμπλάστριον, υποκοριστικό του ἔμπλαστρον
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈbla.stɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπλά‐στρι
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμπλάστρι ουδέτερο
- (λαϊκότροπο) έμπλαστρο
- εργαλείο για πλάσιμο
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ μπλάστρι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας