• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μπαγκ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : Μπαγκ

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
μπαγκ < (άμεσο δάνειο) αγγλική bug

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μπαγκ ουδέτερο άκλιτο (ενίοτε με πληθυντικό μπαγκς κατά το αγγλικό bugs)

  • (αγγλισμός, διαδικτυακή αργκό, καθομιλουμένη, νεολογισμός, ανεπίσημο, πληροφορική) το σφάλμα

Συνώνυμα

επεξεργασία

(για δυσλειτουργικότητα)

  • γκλιτσάρισμα, γκλιτς
  • δυσλειτουργία
  • χάλασμα

(για υστέρηση φάσης)

  • λαγκάρισμα, λαγκ
  • καθυστέρηση
  • αργοπορία

(για ανανταποκριτικότητα (unresponsiveness))

  • πάγωμα
  • κόλλημα
  • κρασάρισμα, κρας

Συγγενικά

επεξεργασία
  • μπαγκάρω
  • μπαγκάρισμα
  • μπαγκαρισμένος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    μπαγκ
  • αγγλικά : bug (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μπαγκ&oldid=6703386"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Απριλίου 2024, στις 19:37

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Απριλίου 2024, στις 19:37.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας