• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μονύδριο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μονύδριο τα μονύδρια
      γενική του μονύδριου
& μονυδρίου
των μονύδριων
& μονυδρίων
    αιτιατική το μονύδριο τα μονύδρια
     κλητική μονύδριο μονύδρια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μονύδριο < μονή + υποκοριστικό επίθημα -ύδριο / μεσαιωνική ελληνική μονύδριον

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μονύδριο ουδέτερο

  • μικρή μονή

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • μοναστηράκι

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη μονή

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    μονύδριο
  • → δείτε τη λέξη μοναστηράκι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μονύδριο&oldid=5260270"
Τελευταία επεξεργασία στις 21 Σεπτεμβρίου 2021, στις 08:55

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 21 Σεπτεμβρίου 2021, στις 08:55.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας