μολυβδόβουλλο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μολυβδόβουλλο < μεσαιωνική ελληνική μολυβδόβουλλον < μόλυβδος + βούλλα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμολυβδόβουλλο ουδέτερο
- (ιστορία) μολύβδινη σφραγίδα που χρησιμοποιούσαν οι Βυζαντινοί για να πιστοποιήσουν την αυθεντικότητα της αλληλογραφίας τους