• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μοβόρος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μοβόρος η μοβόρα το μοβόρο
      γενική του μοβόρου της μοβόρας του μοβόρου
    αιτιατική τον μοβόρο τη μοβόρα το μοβόρο
     κλητική μοβόρε μοβόρα μοβόρο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μοβόροι οι μοβόρες τα μοβόρα
      γενική των μοβόρων των μοβόρων των μοβόρων
    αιτιατική τους μοβόρους τις μοβόρες τα μοβόρα
     κλητική μοβόροι μοβόρες μοβόρα
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

μοβόρος, -α, -ο

  • (λαϊκότροπο) αιμοβόρος

ΤαυτόσημοΕπεξεργασία

  • αιμοβόρικος
  • μοβόρικος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μοβόρος&oldid=5533725"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Φεβρουαρίου 2022, στις 15:33
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Φεβρουαρίου 2022, στις 15:33.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie