Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μιμητισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
μιμητισμ
ός
οι
μιμητισμ
οί
γενική
του
μιμητισμ
ού
των
μιμητισμ
ών
αιτιατική
τον
μιμητισμ
ό
τους
μιμητισμ
ούς
κλητική
μιμητισμ
έ
μιμητισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μιμητισμός
<
μιμητής
+
-ισμός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μιμητισμός
αρσενικό
τάση προς
μίμηση
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
μιμούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μιμητισμός
αγγλικά
:
mimicry
(en)
γαλλικά
:
mimétisme
(fr)