Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μικρόσχημος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μικρόσχημ
ος
η
μικρόσχημ
η
το
μικρόσχημ
ο
γενική
του
μικρόσχημ
ου
της
μικρόσχημ
ης
του
μικρόσχημ
ου
αιτιατική
τον
μικρόσχημ
ο
τη
μικρόσχημ
η
το
μικρόσχημ
ο
κλητική
μικρόσχημ
ε
μικρόσχημ
η
μικρόσχημ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μικρόσχημ
οι
οι
μικρόσχημ
ες
τα
μικρόσχημ
α
γενική
των
μικρόσχημ
ων
των
μικρόσχημ
ων
των
μικρόσχημ
ων
αιτιατική
τους
μικρόσχημ
ους
τις
μικρόσχημ
ες
τα
μικρόσχημ
α
κλητική
μικρόσχημ
οι
μικρόσχημ
ες
μικρόσχημ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μικρόσχημος
<
μικρ(ός)
+
-ό-
+
-σχημος
Επίθετο
επεξεργασία
μικρόσχημος, -η, -ο
που έχει μικρό σχήμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μικρόσχημος