μεταχαρακτήρας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- μεταχαρακτήρας < μετα- + χαρακτήρας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μεταχαρακτήρας αρσενικό
- (πληροφορική, κανονικές εκφράσεις) κανονικός χαρακτήρας αλφαβήτου ή σύμβολο, ο οποίος λόγω της θέσης του στον εκάστοτε κώδικα αποκτά ειδική σημασία και χρησιμοποιείται στην αντιπαραβολή προτύπων (pattern matching)
Συγγενικά
επεξεργασίαΥπώνυμα
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μεταχαρακτήρας