Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μεσοπλεύριος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
μεσόπλευρος
,
μεσοπλευρίτης
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μεσοπλεύρι
ος
η
μεσοπλεύρι
α
το
μεσοπλεύρι
ο
γενική
του
μεσοπλεύρι
ου
της
μεσοπλεύρι
ας
του
μεσοπλεύρι
ου
αιτιατική
τον
μεσοπλεύρι
ο
τη
μεσοπλεύρι
α
το
μεσοπλεύρι
ο
κλητική
μεσοπλεύρι
ε
μεσοπλεύρι
α
μεσοπλεύρι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μεσοπλεύρι
οι
οι
μεσοπλεύρι
ες
τα
μεσοπλεύρι
α
γενική
των
μεσοπλεύρι
ων
των
μεσοπλεύρι
ων
των
μεσοπλεύρι
ων
αιτιατική
τους
μεσοπλεύρι
ους
τις
μεσοπλεύρι
ες
τα
μεσοπλεύρι
α
κλητική
μεσοπλεύρι
οι
μεσοπλεύρι
ες
μεσοπλεύρι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μεσοπλεύριος
<
ελληνιστική κοινή
μεσοπλεύριος
Επίθετο
επεξεργασία
μεσοπλεύριος
(
ανατομία
) που βρίσκεται
ανάμεσα
στις
πλευρές
/ τα
πλευρά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μεσοπλεύριος