λιθοσφαιρικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- λιθοσφαιρικός < λιθόσφαιρα
Επίθετο
επεξεργασίαλιθοσφαιρικός, -ή, -ό
- σχετικός με τη λιθόσφαιρα
- λιθοσφαιρικές πλάκες
Μεταφράσεις
επεξεργασία λιθοσφαιρικός
λιθοσφαιρικός, -ή, -ό