κρεβατοκάμαρα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κρεβατοκάμαρα θηλυκό
- το υπνοδωμάτιο, το δωμάτιο του σπιτιού που είναι επιπλωμένο με κρεβάτι και όπου κοιμόμαστε
- η επίπλωση του υπνοδωματίου, κυρίως το κρεβάτι με τα κομοδίνα
Συνώνυμα
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υπνοδωμάτιο