κουφονησιώτικος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κουφονησιώτικος < Κουφονησιώτ(ης) + -ικος
Επίθετο
επεξεργασίακουφονησιώτικος, -η, -ο
- ο σχετικός με τα Κουφονήσια και τους κατοίκους τους
Μεταφράσεις
επεξεργασία κουφονησιώτικος
|