Δείτε επίσης: Κουγιουμτζής
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κουγιουμτζής οι κουγιουμτζήδες
      γενική του κουγιουμτζή των κουγιουμτζήδων
    αιτιατική τον κουγιουμτζή τους κουγιουμτζήδες
     κλητική κουγιουμτζή κουγιουμτζήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κουγιουμτζής < τουρκική kuyumcu (χρυσοχόος, κοσμηματοπώλης) < kuyum (κόσμημα) + -cu[1]

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κουγιουμτζής αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

επώνυμα:

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Κασσωτάκης Μιχάλης, (2021), Το γλωσσικό ιδίωμα των κατοίκων του οροπεδίου Λασιθίου, Αθήνα: Έκδοση του Συνδέσμου Λασιθιωτών Ηρακλείου «ΤΟ ΟΡΟΠΕΔΙΟ», (αρχική έκδοση 2018) pdf σελ.402