Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κολονάτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
κολονάτ
ος
η
κολονάτ
η
το
κολονάτ
ο
γενική
του
κολονάτ
ου
της
κολονάτ
ης
του
κολονάτ
ου
αιτιατική
τον
κολονάτ
ο
την
κολονάτ
η
το
κολονάτ
ο
κλητική
κολονάτ
ε
κολονάτ
η
κολονάτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
κολονάτ
οι
οι
κολονάτ
ες
τα
κολονάτ
α
γενική
των
κολονάτ
ων
των
κολονάτ
ων
των
κολονάτ
ων
αιτιατική
τους
κολονάτ
ους
τις
κολονάτ
ες
τα
κολονάτ
α
κλητική
κολονάτ
οι
κολονάτ
ες
κολονάτ
α
Κατηγορία
όπως «
ξένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
κολονάτος
<
κολόνα
+
-άτος
Επίθετο
επεξεργασία
κολονάτος, -ή, -ο
που έχει
κολόνα
και στηρίζεται σ’ αυτή
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
κολόνα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κολονάτος