• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κοκκινοπίπερο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κοκκινοπίπερο τα κοκκινοπίπερα
      γενική του κοκκινοπίπερου των κοκκινοπίπερων
    αιτιατική το κοκκινοπίπερο τα κοκκινοπίπερα
     κλητική κοκκινοπίπερο κοκκινοπίπερα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
κοκκινοπίπερο < κόκκινος + -ο- + πιπέρι + -ο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

κοκκινοπίπερο ουδέτερο

  • (μπαχαρικό) το κόκκινο πιπέρι

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • πάπρικα

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    κοκκινοπίπερο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κοκκινοπίπερο&oldid=5483951"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 06:58

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 06:58.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας