κητόσπερμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
κητόσπερμα ουδέτερο
- (παρωχημένο) ημίρρευστη κηρώδης ουσία που βρίσκεται στο κεφάλι κάποιων ειδών φάλαινας (και πίστευαν -λανθασμένα- πως ήταν σπέρμα)
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
κητόσπερμα
|