κετιμίνη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
κετιμίνη θηλυκό
- (χημεία) οποιαδήποτε ιμίνη που προέρχεται από κετόνη
- αζωτούχα οργανική ένωση που φέρει στο μόριό της μία τουλάχιστον κετιμινομάδα, δηλαδή R2C=NR, ως κύρια χαρακτηριστική ομάδα