κατηγορηματικότητα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κατηγορηματικότητα < κατηγορηματικός + -ότητα
Ουσιαστικό επεξεργασία
κατηγορηματικότητα θηλυκό
- η ιδιότητα του κατηγορηματικού, η έκφραση με απερίφραστη και απόλυτη βεβαιότητα
Μεταφράσεις επεξεργασία
κατηγορηματικότητα
|