κατανυχτικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κατανυχτικός < κατανυκτικός < ελληνιστική κοινή κατανυκτικός
Επίθετο επεξεργασία
κατανυχτικός
Συγγενικά επεξεργασία
- κατανυχτικά
- → δείτε τη λέξη κατανυκτικός
Μεταφράσεις επεξεργασία
κατανυχτικός
|