Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο καρταναγνώστης οι καρταναγνώστες
      γενική του καρταναγνώστη των καρταναγνωστών
    αιτιατική τον καρταναγνώστη τους καρταναγνώστες
     κλητική καρταναγνώστη καρταναγνώστες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

καρταναγνώστης < κάρτα + αναγνώστης
 
δύο καρταναγνώστες

  Ουσιαστικό επεξεργασία

καρταναγνώστης αρσενικό

  • (νεολογισμός, τεχνολογία) σύστημα ανάγνωσης (ηλεκτρονικών) καρτών
    Παράλληλα, από τη σκοπιά του γιατρού, υποστηρίζει ότι η ηλεκτρονική κάρτα υγείας, εκτός από τη διευκόλυνση και τη διαφάνεια, θα προσέφερε πολλά σε επείγουσες καταστάσεις. Για παράδειγμα, μέσω ενός καρταναγνώστη ακόμη και από μονάδες του ΕΚΑΒ, οι γιατροί θα μπορούν να έχουν άμεση πρόσβαση σε ζωτικής σημασίας πληροφορίες για τον ασθενή, όπως η ομάδα αίματος, το αν παίρνει αντιπηκτικά φάρμακα ή αν είναι αλλεργικός π.χ. στην πενικιλίνη. (*)

  Μεταφράσεις επεξεργασία