καραϊβικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- καραϊβικός < Καραϊβ(ική) + -ικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
επεξεργασίακαραϊβικός -ή, -ό
- σχετικός με την Καραϊβική
Μεταφράσεις
επεξεργασία καραϊβικός
|