κακογλωσσία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | κακογλωσσίᾱ | αἱ | κακογλωσσίαι | ||||
γενική | τῆς | κακογλωσσίᾱς | τῶν | κακογλωσσιῶν | ||||
δοτική | τῇ | κακογλωσσίᾳ | ταῖς | κακογλωσσίαις | ||||
αιτιατική | τὴν | κακογλωσσίᾱν | τὰς | κακογλωσσίᾱς | ||||
κλητική ὦ! | κακογλωσσίᾱ | κακογλωσσίαι | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | κακογλωσσίᾱ | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | κακογλωσσίαιν | ||||||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- κακογλωσσία < κακο- + -γλωσσία
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ⇒ νέα ελληνικά: κακογλωσσιά
Ουσιαστικό
επεξεργασίακακογλωσσία θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τις λέξεις κακός και γλῶσσα
Πηγές
επεξεργασία- κακογλωσσία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.