• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ινδόρνις

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ινδόρνις οι ινδόρνιθες
      γενική της ινδόρνιθος των ινδορνίθων
    αιτιατική την ινδόρνιθα τις ινδόρνιθες
     κλητική ινδόρνις ινδόρνιθες
όπως «αρχαιόκλιτα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ινδόρνις < ινδ(ός) + όρνις (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική dinde)

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /inˈðoɾ.nis/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ινδόρνις θηλυκό

  • (πτηνό, παρωχημένο) η ινδική όρνιθα, συνώνυμο του γαλοπούλα

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ινδόρνις
  • → δείτε τη λέξη γαλοπούλα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ινδόρνις&oldid=5630524"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Νοεμβρίου 2022, στις 07:22

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Νοεμβρίου 2022, στις 07:22.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας