ιζίνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ιζίνι | τα | ιζίνια |
γενική | του | ιζινιού | των | ιζινιών |
αιτιατική | το | ιζίνι | τα | ιζίνια |
κλητική | ιζίνι | ιζίνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- ιζίνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική izin (άδεια)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ιζίνι ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
ιζίνι
|
Πηγές επεξεργασία
- Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014